Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

Παραμύθια με τη φαντασία των παιδιών 2


Το μαγικό φίλτρο
Κάποτε σε ένα μακρινό χωριό του Μαγικού Τόπου υπήρχε ένα κάστρο. Κάστρο πριγκιπικό, μεγάλο και πολύ κομψό. Όμως κανείς δεν ήξερε πως μέσα στο κάστρο, στα 100.000 δωμάτια του υπήρχαν μόνο ζώα.

Τα ζώα αυτά στην πραγματικότητα ήταν άνθρωποι αλλά μια παλιά εχθρός του βασιλιά, που ζούσε παλιά μέσα στο κάστρο,, μετέτρεψε όλους τους υπηκόους του βασιλείου σε ζώα. Ο πιο σοφός του βασιλείου όμως έγινε μια κουκουβάγια. Η μοναδική που υπήρχε σε όλα τα δωμάτια.  Τα ζώα δεν άντεχαν άλλο, ήθελαν να φύγουν από εκεί και να γίνουν πάλι άνθρωποι και
υπήκοοι άλλου βασιλιά. Έπρεπε να δράσουν με κάποιο τρόπο.
Τότε ξαφνικά η κουκουβάγια είδε ένα παλιό βιβλίο. Έλεγε ότι ήταν μαγικό αλλά τα ζώα οι φίλοι του δεν τον άκουγαν. Το θεωρούσαν ψέμα. Η κουκουβάγια δεν έδωσε ούτε δεκάρα σημασία. Άνοιξε το βιβλίο και έπεσε στην κατάλληλη σελίδα. « Μαγικό   φίλτρο για να γίνεις άνθρωπος» και στη διπλανή σελίδα υπήρχαν τα υλικά που θα χρειάζονταν. Μια ουρά βατράχου, πόδια πελεκάνου, μάτια γαρίδας και μια μεγάλη αράχνη. Η κουκουβάγια  έχοντας πάρει όλα τα υλικά της ξεκίνησε. Στην πραγματικότητα όμως χρειάστηκε τις πενταπλάσιες ποσότητες.
Έτοιμο, είπε.
Ξεκίνησε από το πρώτο δωμάτιο και  έδινε το μαγικό του φίλτρο σε όλα τα ζώα. Έπειτα ήρθε η σειρά της αλλά δεν είχε μείνει άλλο μαγικό φίλτρο.  Τότε κατάλαβε ότι θα μείνει ζωάκι για πάντα διότι το φίλτρο αυτό δεν γίνεται να το κάνεις δεύτερη φορά γιατί είχε σβηστεί.  Τότε είπε στους φίλους της:
-  Εγώ θα μείνω εδώ περιμένοντας έναν νέο βασιλιά. Φύγετε γρήγορα! Μπορεί να έρθει πάλι  ο παλιός εχθρός του βασιλιά μας. Έτσι τα ζώα έφυγαν.
Πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου ήρθε ένας νέος βασιλιάς που έλυσε τα μάγια και ήταν όλα μια χαρά.
Ελισάβετ Μ.

ΕΝΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
 Όταν ήμουν μικρότερη η μαμά μου συνήθιζε, το βράδυ, να μου διαβάζει ιστορίες για να κοιμηθώ. Μια νύχτα, όμως, μου διάβασε ένα παραμύθι ξεχωριστό που άρχιζε κάπως έτσι....
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε η πόλη Γουστερνιφιλντ. Εκεί οι άνθρωποι ήταν ειρηνικοί και φιλόξενοι. Όμως στα βάθη της πόλης, στο Δάσος των Σκιών, υπήρχε ένα κάστρο. Μύθοι λένε πως εκεί μέσα μένει ένας μάγος πολύ κακός μάγος, ο Κριζμπότ. Ο Κριζμπότ έχει μαζί του μια κουκουβάγια. Την φωνάζει Λου και πολλοί λένε  πως έχει τη δύναμη της Μαύρης Μαγείας...
Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό, όταν οι 4 φίλοι, ο Νικ, η Άννα, ο Φρέντι, και  η Στέιση κάνανε έναν περίπατο στο Δάσος των Σκιών. Οι τέσσερις τους ήταν ντεντέκτιβ και ψάχνανε στοιχεία σχετικά με τον Κριζμπότ. Το προηγούμενο βράδυ, ο μπαμπάς του Φρέντυ τους μίλησε για αυτόν τον μάγο. Τους είπε  τι κίνδυνο αποτελεί για την Γουστερνφιλντ κι έτσι τα παιδιά αποφάσισαν να τον βρουν και να τον σταματήσουν.
-  Παιδιά...! Ξαφνικά έχει πολλή ομίχλη: Ε... Τι γίνεται, είπε η Άννα φοβισμένη.
-  Έλα, Άννα, μη φοβάσαι, σε λίγο θα ..... Άουτς !
-  Ποιος έβαλε την πόρτα εδώ;
Τα τέσσερα παιδιά πέρασαν την πόρτα και βρέθηκαν να περπατούν σε ένα πέτρινο διάδρομο και στο τέλος  του διαδρόμου βρισκόταν ... ένα παλιό κάστρο!
-  Πρέπει να είναι του Κριζμπότ; είπε ο Νικ.
Τα παιδιά συνέχισαν να περπατάνε. Δεξιά και αριστερά υπήρχε μαυρίλα. Δέντρα γυμνά, αχνή  ομίχλη, ...
-  Μα πού πήγε ο ήλιος; Και, γιατί έχει μαύρα σύννεφα παντού; Παρατήρησε η Στέιση.
-  Θα το μάθουμε σε λίγο, απάντησε ο Νικ.
Μετά από λίγη ώρα τα παιδιά έφτασαν στο κάστρο. Για κακή τους τύχη όμως οι πόρτες ήταν κλειστές.
-   Τέλεια! Πώς θα μπούμε μέσα τώρα;, παραπονέθηκε ο Φρέντυ.
-  Ε... τι λέτε να μπούμε  μέσα από αυτούς τους σωλήνες , πρότεινε η Άννα.
-  Άννα, είσαι ιδιοφυΐα!
Οι τέσσερις φίλοι ξεκίνησαν να περπατούν μέσα στους στενούς σωλήνες, που οδηγούσαν σε κάποιο δωμάτιο του κάστρου. Λόγω της χωρητικότητας τους τα παιδιά αναγκάζονταν να περπατούν στα τέσσερα,, ο ένας πίσω από τον άλλο.
-  Μπουσουλάμε πολλή ώρα: γκρίνιαξε ψιθυριστά η Στέιση.
-  Κάνε λίγη υπομονή! Εκεί έχει μια πορτούλα, ας μπούμε να δούμε τι είναι, είπε ο Φρέντυ.
Με λίγη δυσκολία μεν, τελικά μπήκαν μέσα.
-  Ένα κελάρι, Αλήθεια τώρα, ρώτησε η Στέιση.
-  όχι ο,τιδήποτε κελάρι, Στέση, είναι κελάρι με ... μαγικά φίλτρα.
- Μα, γιατί ο Κριζμπότ να φτιάξει ένα κελάρι μέσα στις σωληνώσεις, αναρωτήθηκε ο Νικ.
-  Ε, παιδιά δείτε: Εδώ έχει μια άλλη πόρτα και υποθέτω πως από κάτω υπάρχουν σκαλιά!
-  Ωραία! Όμως δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα! Πρέπει να ....
Παιδιά, ελάτε γρήγορα εδώ! Φώναξε η Στέιση. Δείτε αυτό το παραθυράκι βλέπει στο ...
-  Εργαστήριο του Κρίζμποτ, είπε ο Νικ.
-  Και αν βλέπουμε και ακούμε τι κάνει, συνέχισε ο Φρέντυ.
-  Θα βρούμε μια λύση για να τον σταματήσουμε ! Τέλειωσε η Άννα.
Έτσι κι έκαναν. Περίμεναν και περίμεναν, ώσπου η πόρτα άνοιξε.
-  Υπέροχα, Λου! Τώρα έχω και το τελευταίο συστατικό για το μαγικό φίλτρο!
-  Μα τι ετοιμάζεις, απόρησε ο Νικ.
- Θα δούμε σε λίγο, είπε η Άννα.
-  Μόλις το χρυσό ελάφι το πιει αυτό...
- Αχ, όχι το χρυσό ελάφι! Πετάχτηκε η Άννα.
-  Μα γιατί, τι είναι αυτό; Ρώτησαν οι υπόλοιποι.
-  Διάβασα σε ένα παλιό βιβλίο, πως τα κέρατα του ελαφιού  είναι μαγικά. Αν τα κόψεις, η μαγική σκόνη που έχουν σε κάνει να πετάς.
-  Πρέπει να τον σταματήσουμε, μα πώς; Αναρωτήθηκε ο Φρέντυ.
-  Να πάρει! Ακούστηκε η φωνή του Κρίζμποτ. Πάλι ξέμεινα από μαύρα γαρύφαλλα! Έλα, Λου, πάμε να βρούμε και όταν τελειώσω το φίλτρο θα γίνω ο πιο ισχυρός μάγος του κόσμου! Μου χαχαχαχα!
-  Τώρα είναι ευκαιρία, είπε η Στέιση. Τα τέσσερα παιδιά κατέβηκαν αθόρυβα τις σκάλες και μπήκαν στο εργαστήριο του Κρίζμποτ.
-  Μα αυτή η κατσαρόλα είναι τεράστια. Δεν μπορούμε να την κουβαλήσουμε, παρατήρησε η Άννα. Τι λέτε να βάλουμε το φίλτρο σ αυτά τα άδεια δοχεία, πρότεινε ο  Νικ..
-  Εξαιρετική ιδέα, Νικ. Λοιπόν ακούστε τι θα κάνουμε, είπε η Άννα. Φρέντυ, εσύ θα κοιτάς μήπως έρθει ο Κρίζμποτ. Εγώ και ο Νικ θα ρίχνουμε το φίλτρο στα μπουκάλια και η Στέιση θα ρίχνει τα  μπουκάλια στην σακούλα.
Έτσι και έκαναν. Με γρήγορες κινήσεις τελείωσαν σε χρόνο μηδέν.
- Σχεδόν τελειώσαμε , είπε ο Νικ.
- Κάντε γρήγορα ο Κρίζμποτ έρχεται: αναφώνησε πανικόβλητος ο Φρέντυ.
- Τέλος! Φώναξε η Στέιση.
-  Γρήγορα από το παράθυρο!  τους καθοδήγησε ο Φρέντυ.
Τα παιδιά βγήκαν από το παράθυρο εγκαίρως. Όταν όμως ο Κρίσμποτ μπήκε μέσα στο εργαστήριο και είδε την άδεια κατσαρόλα, κοίταξε από το ανοιχτό παράθυρο. Μόλις είδε τα παιδιά, τους φώναξε:
«Καταραμένα μικρά πλασματάκια, θα μου το πληρώσετε!».
Αφού τα παιδιά απομακρύνθηκαν από το κάστρο, η Άννα είπε
-  Ουφ: Του ξεφύγαμε! Επιτέλους ήλιος, μπούχτισα την μαυρίλα!
-  Ναι! Όμως τι θα κάνουμε τόσα μπουκάλια;  ρώτησε ο Φρέντυ.
-  Σωστά... σκέφτηκε ο Νικ
- Έχω μια ιδέα! Γιατί δεν τα δίνουμε στο δήμαρχο; Αυτός ξέρει καλύτερα.
-  Έχεις δίκιο, Στέιση, Συμφώνησε ο Φρέντυ. Εμπρός λοιπόν... Πάμε στο δημαρχείο. Μετά από λίγη ώρα, τα παιδιά έφτασαν στον προορισμό τους.
-  Ω! καλά μου παιδιά. Δεν ξέρω ως να σας ευχαριστήσω! Ξέρετε είναι τιμή μας, που φιλοξενούμε τέτοια σπάνιο είδος στα μέρη μας. Αν χανόταν, θα ήταν μεγάλο το βάρος για εμάς.
- Χαρά μας που σας βοηθήσαμε, κ. Τόμσον, είπαν τα παιδιά μαζί.
-  Τέλεια!  Αποστολή εξετελέσθη, είπε ο Νικ.
- Ναι. Και τώρα τι; Αναστέναξε η Στέιση.
Λοιπόν, έχω μια ιδέα... Τι λέτε για πικ νικ στο δάσος; Πρότεινε ο Φρέντυ.
- Υπέροχα! Αναφώνησε χαρούμενη η Άννα.
Έτσι και έκαναν. Πήραν λίγε λιχουδιές και τα σακίδια τους και έστησαν το πικ-νικ τους δίπλα σε μια λιμνούλα. Και εκεί που όλοι περνούσαν καλά εμφανίστηκε ο Κρίζμποτ.
-  Γρήγορα τρέξτε! Φώναξε ο Νικ.
- Όχι, μην τρομάζετε! Δεν θα σας κάνω κακό!
-  Ε... κοίταξε η Άννα απορημένη.
-  Να... ξέρετε, θέλω να ζητήσω συγνώμη. Λυπάμαι πολύ... Μου αρέσει να μαγειρεύω και θα γίνω καλός. Θα με συγχωρέσετε;
-  Χμ... κάτι έχω κατά νου ... είπε ο Φρέντυ.
- Μάλιστα, κύριε Κρίζμποτ. Δεχόμαστε τη συγνώμη σας. Και τώρα ... εγώ ο κύριος Τόμσον ως δήμαρχος του Γουστερφιλντ σας χρήζω μάγειρα της πόλης!
-  Αυτό είναι το τέλειο τέλος, είπαν τα παιδιά.
Και όπως καταλάβατε, ο Κρίζμποτ έγινε μάγειρας και έκανε αυτό που αγαπούσε. Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα χωρίς φίλτρα και μπλεξίματα.
Αναστασία Α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου